целеустремленный - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

целеустремленный - translation to γαλλικά


целеустремленный      
constant; constamment orienté vers le but choisi
résolu         
( effort ) решительный ; целеустремленный
soutenu      
( effort ) последовательный ; целеустремленный

Ορισμός

целеустремленный
ЦЕЛЕУСТРЕМЛЁННЫЙ, целеустремленная, целеустремленное; целеустремлён, целеустремлённа, целеустремлённо. Направленный к определенной цели, добивающийся чего-нибудь определенного. Целеустремленные действия. Целеустремленный характер.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για целеустремленный
1. Анна Мехед - человек целеустремленный, динамичный.
2. Неординарный, целеустремленный, интересующийся, спортивный...
3. Честный, принципиальный, целеустремленный человек.
4. Целеустремленный Костя мечтает стать клипмейкером.
5. Чаще расслабляется - здоровый, целеустремленный, благополучный.